Πώς θα πρέπει να κυβερνιέται ο παγκόσμιος ιστός και κατά πόσον ένας ιντερνετικός φόρος θα μπορούσε να βοηθήσει στο να βελτιωθούν οι διαδικτυακές υποδομές;
Αυτά είναι τα δύο μεγαλύτερα «αγκάθια» στις διαπραγματεύσεις που θα ξεκινήσουν αύριο στο Ντουμπάι και θα ολοκληρωθούν στις 14 Δεκεμβρίου, σε μία κρίσιμη σύσκεψη για το αύριο του Διαδικτύου. Ο λόγος για την Παγκόσμια Διάσκεψη της Διεθνούς Ενωσης Τηλεπικοινωνιών (International Telecommunication Union - ITU), μιας υπηρεσίας του ΟΗΕ με 193 κράτη-μέλη, που είναι υπεύθυνη για τα παγκόσμια τηλεπικοινωνιακά πρότυπα. Σκοπός της Διάσκεψης είναι να τροποποιηθούν οι κανονισμοί που διέπουν τις διεθνείς τηλεπικοινωνίες (ITR), οι οποίοι αναθεωρήθηκαν τελευταία φορά το 1988. Ετσι, καθώς στα 24 χρόνια που μεσολάβησαν το web απέκτησε τεράστιο ρόλο στη διακίνηση πληροφοριών, οι συζητήσεις θα επικεντρωθούν σε μεγάλο βαθμό στο τι θα προβλέπουν οι νέοι κανονισμοί για το Ιντερνετ.
Αν και δικαίωμα ψήφου έχουν μόνο οι χώρες-μέλη, στη Διάσκεψη θα παρευρεθούν επίσης εκπρόσωποι από εταιρείες-κολοσσούς στον χώρο της τεχνολογίας. Στο διάστημα που προηγήθηκε, αρκετά κράτη και επιχειρήσεις κατέθεσαν τις προτάσεις τους στην ITU, χωρίς ωστόσο να δημοσιοποιηθούν - γεγονός για το οποίο κατακρίθηκε η Ενωση. Πάντως, από όσα διέρρευσαν στον Τύπο, φαίνεται πως η Ρωσία επιδιώκει να μειωθεί ο έλεγχος που έχουν σήμερα οι ΗΠΑ στη λειτουργία του web, μέσω φορέων όπως ο ICANN, που είναι υπεύθυνος για το σύστημα ονοματοδοσίας στο Διαδίκτυο. Με υποστηρικτή τουλάχιστον την Κίνα, η Ρωσία υποστηρίζει ότι οι αρμοδιότητες αυτών των φορέων θα πρέπει να μεταβιβασθούν στην ITU, η οποία είναι διεθνής οργανισμός.
Η πρόταση έχει ήδη προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, κατ’ αρχάς στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, με τον εκπρόσωπο των ΗΠΑ στη Διάσκεψη Terry Kramer να έχει ήδη ξεκαθαρίσει πως δεν μπορεί να γίνει δεκτή.
Πέρα από τους Αμερικανούς αξιωματούχους, πολλοί αναλυτές και ΜΚΟ υποστηρίζουν πως μία τέτοια εξέλιξη θα διευκολύνει τις προσπάθειες κρατών να αυξήσουν τη λογοκρισία στο Διαδίκτυο.
«Δεν είναι τυχαίο ότι η πρόταση προέρχεται από αυταρχικά καθεστώτα όπως η Ρωσία και η Κίνα», σημειώνει χαρακτηριστικά η οργάνωση Electronic Frontier Foundation. Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και πρόσφατη απόφαση του Eυρωπαϊκού Kοινοβουλίου, η οποία αναφέρει ότι η ITU δεν είναι ο κατάλληλος οργανισμός γι’ αυτό τον ρόλο και καλεί τις ευρωπαϊκές χώρες να «διασφαλίσουν ότι οποιαδήποτε αλλαγή δεν θα έχει αρνητική επίδραση στην ελευθερία της έκφρασης».
Το ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου μιλάει επίσης για την προάσπιση της ουδετερότητας του Διαδικτύου, μία αρχή σύμφωνα με την οποία οι ιντερνετικοί πάροχοι δεν πρέπει να θέτουν περιορισμούς στα «πακέτα» δεδομένων που διακινούν.
Η European Telecommunications Network Operators Association (ETNO), μία κοινοπραξία τηλεπικοινωνιακών ομίλων από 35 χώρες της Γηραιάς Ηπείρου, προτείνει να συζητηθεί στη Διάσκεψη ένα νέο οικονομικό μοντέλο, όπου οι πάροχοι θα μπορούν να επιβάλλουν χρεώσεις σε διαδικτυακές υπηρεσίες.
Η ETNO ουσιαστικά «φωτογραφίζει» τους αμερικανικούς κολοσσούς όπως το Facebook και την Google, με το αιτιολογικό ότι οι εταιρείες αυτές αποκομίζουν αμύθητα κέρδη από το web, χωρίς να συμμετέχουν οικονομικά στην κατασκευή και την αναβάθμιση των δικτύων. Η ιδέα αυτή, μάλιστα, φαίνεται να βρίσκει σύμφωνο και τον γενικό γραμματέα της ITU, δρα Hamadoun Toure, ο οποίος έχει δηλώσει πως οι καινούργιοι κανονισμοί θα πρέπει να ενισχύουν τις επενδύσεις, δίνοντας επιπλέον κίνητρα στους παρόχους.
Αν και ο «ιντερνετικός φόρος» της ETNO δεν υιοθετείται από την Ευρώπη, παραλλαγές του έχουν κάνει την εμφάνισή τους στις προτάσεις ορισμένων αραβικών χωρών.
Σε αυτούς που τον απορρίπτουν συγκαταλέγεται η Google, υποστηρίζοντας ότι θα βάλει ταφόπλακα στην καινοτομία στο web. Παράλληλα, ανεξάρτητοι αναλυτές αμφισβητούν το γεγονός ότι, ειδικά στα αναπτυσσόμενα κράτη, αυτό το μέτρο θα εξασφαλίσει επιπλέον πόρους, για να επεκτείνουν τα δίκτυά τους.
Αντίθετα, οι μεγάλες ιντερνετικές υπηρεσίες απλώς θα αποσυρθούν από αυτές τις χώρες, αφού θα τους είναι πλέον οικονομικά ασύμφορο, υποστηρίζει ο ειδικός στις τηλεπικοινωνίες δρ Rohan Samarajiva από τη Σρι Λάνκα. Στην πραγματικότητα, προσθέτει, ο παγκόσμιος ιστός θα πάψει να είναι παγκόσμιος.
Μεγάλος κίνδυνος: Ισως δεν υπάρχει κανείς που να έχει περιγράψει με δραματικότερα λόγια τι διακυβεύεται στη Διάσκεψη στο Ντουμπάι, από τον Βιντ Σερφ, ο οποίος θεωρείται ένας από τους «πατέρες» του Διαδικτύου και είναι σήμερα αντιπρόεδρος της Google.
«Το ανοιχτό Ιντερνετ βρίσκεται σε μεγαλύτερο κίνδυνο από ποτέ. Ζούμε ένα νέο παγκόσμιο ανταγωνισμό, ο οποίος θα καθορίσει το μέλλον του Διαδικτύου», προειδοποιούσε τον περασμένο Μάιο, μιλώντας ενώπιον επιτροπής του αμερικανικού Κογκρέσου.
Από την πλευρά της, ωστόσο, η Διεθνής Ενωση Τηλεπικοινωνιών (ITU) υποστηρίζει πως τέτοιες αντιδράσεις είναι υπερβολικές.
Κατ’ αρχάς ξεκαθαρίζει ότι, ακόμη κι αν ορισμένα κράτη προτείνουν να επεκταθεί η δικαιοδοσία της και στο Ιντερνετ, όχι μόνον η Ενωση δεν έχει πρόθεση να αναλάβει τη διακυβέρνηση του web, αλλά και όποιες χώρες είναι αντίθετες θα μπορούν να μπλοκάρουν μία τέτοια απόφαση.
Παράλληλα, σε συνέντευξή του στο BBC τον Ιούλιο, ο γενικός γραμματέας της ITU ξεκαθάρισε ότι, εάν ανακύψουν σοβαρές διαφωνίες για κάποιον προτεινόμενο νέο κανονισμό, η Ενωση θα προσπαθήσει να αποτρέψει να τεθεί η πρόταση σε ψηφοφορία.
Σύμφωνα πάντως με τον Milton Mueller, καθηγητή Πληροφορικής στο αμερικανικό πανεπιστήμιο Syracuse που είναι αντίθετος στις αλλαγές που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, εξίσου επικίνδυνο θα είναι να μην αντιμετωπισθούν προβλήματα που υπονομεύουν και σήμερα την ελευθερία στο Ιντερνετ.
Αλλωστε, αναφέρει, ακόμη και με το ισχύον καθεστώς, αρκετές χώρες ασκούν «ιντερνετική λογοκρισία», χρησιμοποιώντας μάλιστα συχνά δυτική τεχνολογία.