Ενα πρωτότυπο λυρικό δρώμενο παρακολουθήσαμε την Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου από τους Oper(ο) στο Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν, στην οδό Φρυνίχου. Την «Αναμονή για τη νύχτα», εμπνευσμένη από το έργο του σπουδαίου Ιρλανδο-παρισινού λογοτέχνη Σάμουελ Μπέκετ (1906-1989).
Τη σύλληψη του δρώμενου ανέλαβε συλλογικά η ομάδα, τη σκηνοθεσία η Ειρήνη Γεωργαλάκη και τη μουσική διεύθυνση ο Γιώργος Ζιάβρας, ο οποίος μαζί με τον Νίκο Γαλενιανό είχαν και τη μουσική επιμέλεια.
Το βάθος της σκηνής κατέλαβε μία μικρή ορχήστρα δέκα ατόμων, ενώ στο προσκήνιο έδρασε η μεσόφωνος Εριφύλη Γιαννακοπούλου με ένα λευκό φόρεμα που θύμιζε εξαιρετικά τα νεορομαντικά ενδύματα της Μαρίας Κάλλας στο ρόλο της Τόσκας. Στη διάρκεια της μιας ώρας που διήρκεσε το δρώμενο, η τραγουδίστρια με την κίνηση και το τραγούδι έδωσε υπόσταση όχι σε έναν θεατρικό χαρακτήρα, αλλά στο γενικότερο κλίμα προσμονής και ματαιότητας που αποπνέει το έργο του Μπέκετ.
Οι μουσικές επιλογές περιελάμβαναν κομμάτια από το μπαρόκ έως τον ύστερο ρομαντισμό, παρμένα μεταξύ άλλων από τον Γκλουκ, τον Μπερλιόζ, τον Μάλερ και σε κομβικό σημείο τον «Βασιλιά των ξωτικών» του Σούμπερτ. Τα κομμάτια εντάχθηκαν αμαλγαματοποιημένα σε ένα μουσικό συνεχές, το οποίο σεβόταν την αυτοτέλεια και την ιδιαιτερότητα του καθενός, ενώ ταυτόχρονα τα ανανοηματοδοτούσε για να επιτύχει ένα νέο δραματικό αποτέλεσμα. Από αυτά, κάποια αποδόθηκαν εξαιρετικά λυρικά, ενώ άλλα ίσως ταίριαζαν λιγότερο με τη φωνή της τραγουδίστριας. Εξαιρετική ήταν τόσο η μουσική επεξεργασία όσο και το παίξιμο των μουσικών.
Φράσεις από το έργο του Μπέκετ ακούστηκαν από άλλη φωνή ή εμφανίστηκαν σε ηλεκτρονικό πίνακα. Το συνολικό στίγμα της παράστασης θα μπορούσε ίσως να είναι πιο επεξεργασμένο. Πάντως, παρά τις κάποιες στιγμές σκηνικής αμηχανίας, το παρακολουθήσαμε ευχάριστα. Αρνητικό στοιχείο θεωρούμε τη γενικευμένη χρήση μικροφωνικής ενίσχυσης τόσο για τους μουσικούς όσο και για την τραγουδίστρια.
Στη Στέγη
Εξίσου προβληματισμένοι σχετικά με το ρόλο της μικροφωνικής ενίσχυσης στη μουσική ερμηνεία, παρακολουθήσαμε την Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου τη «Συγκατοίκηση», στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών. Η εικοσαμελής ορχήστρα δεξιοτεχνών Artefacts έπαιξε μουσική του συνθέτη Κωνσταντίνου Βήτα, σε ενορχήστρωση και διεύθυνση του Κορνήλιου Σελαμσή. Οι μουσικοί ερμήνευσαν εξαιρετικά την ωραία ενορχήστρωση, που εκμεταλλεύτηκε ασυνήθιστα τις δυνατότητες των οργάνων. Παράλληλα με τη μουσική, στο βάθος της σκηνής προβλήθηκαν τα πολύ καλά βίντεο του Λουίζου Ασλανίδη.
Ομως αυτό που μας προσέλκυσε ειδικότερα στη συναυλία ήταν η συμμετοχή της ακριβοθώρητης μεσοφώνου Θεοδώρας Μπάκα, η οποία ερμήνευσε ορισμένα από τα τραγούδια. Καθαρός ήχος, σωστό ύφος, άψογη άρθρωση, μουσικότητα. Μια πραγματικά συγκλονιστική ερμηνεία. Μερικά από τα τραγούδια ερμήνευσε ο ίδιος ο συνθέτης, ενώ και οι μουσικοί συνόδευσαν την τραγουδίστρια ως χορωδία σε ένα από τα τραγούδια.
Πάντως, εάν η ιδέα ήταν να ακουστεί η ηλεκτρονική μουσική ενορχηστρωμένη για ακουστικά όργανα, τότε ποιος ο λόγος να χρησιμοποιηθεί μικροφωνική ενίσχυση και τελικά να ακούσουμε έναν ηλεκτρικά διαμεσολαβημένο ήχο, όταν μάλιστα και η ακουστική της αίθουσας είναι άρτια και οι μουσικοί ικανότατοι, ώστε να μη χρειάζονται ενίσχυση για να ακουστούν; 7