Χρειάστηκαν δύο καλοζυγισμένες επιλογές από πλευράς του και ένα φεστιβάλ για να του ανοίξει διάπλατα τις πόρτες του, και να που ο 74χρονος ηθοποιός επέστρεψε με δύο ταινίες -το «The humbling» του Μπάρι Λέβινσον και το «Manglehorn» του Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν- που συζητήθηκαν όσο τίποτε άλλο το περασμένο Σαββατοκύριακο στη Βενετία.
Γερασμένος ηθοποιός στο πρώτο, σε προσωπική και επαγγελματική κρίση, απλός κλειδαράς στο δεύτερο, που έχει αφήσει έξω από τη ζωή του πολλούς ανθρώπους, ο Πατσίνο πήρε εξαιρετικές κριτικές για τις ερμηνείες του, ενώ η οσκαρική φιλολογία γύρω από το όνομά του έχει αρχίσει.
Eτσι, μπορείς να ξεχάσεις τις αστυνομικές ταινίες που γυρίζει στο πόδι εδώ και πέντε-έξι χρόνια («88 λεπτά», «Η συμμορία των δεκατρίων», «Ου φονεύσεις»), καθώς και ότι πέρασαν δέκα ολόκληρα χρόνια από την τελευταία του αξιοπρόσεχτη ερμηνεία στον κινηματογράφο, που δεν είναι άλλη από την ενσάρκωση του Σάιλοκ στον «Eμπορο της Βενετίας» του Μάικλ Ράντφορντ.
«Ασφαλώς κι έχω περάσει περιόδους όπου έχω βυθιστεί στην θλίψη αλλά ήμουν τυχερός να μην πέσω ποτέ τόσο βαθιά», απάντησε ο βετεράνος ηθοποιός στη συνέντευξη Tύπου που έδωσε στο Φεστιβάλ Βενετίας όταν ρωτήθηκε για τα κοινά σημεία του χαρακτήρα του με τον παρακμιακό ήρωα του «The humbling», ρόλο που κυνήγησε προσωπικά έχοντας αγοράσει τα δικαιώματα του ομότιτλου βιβλίου του Φίλιπ Ροθ για να το μεταφέρει στο σινεμά.
«Εχω πράγματα που με κάνουν να επιπλέω», συνέχισε. «Εχω τρία παιδιά. Είναι μια πηγή χαράς και φωτός, έχω τους φίλους μου, όσους γνώρισα στη δουλειά ή τη ζωή, οι σχέσεις που έκανα. Οι απώλειες που είχα. Ολα αυτά κάνουν το ταξίδι να αξίζει. Ολα αυτά φτιάχνουν τη ζωή σου. Και νιώθω τυχερός για όλα όσα έζησα και ζω».
Αποκαλυπτικός στη συνέντευξή του, ο Πατσίνο δεν δίστασε να μοιραστεί με τους δημοσιογράφους στη Μόστρα κι άλλα προσωπικά στοιχεία. «Ασφαλώς χρειάζεσαι χρήματα για να μπορέσεις να ζήσεις και κάνεις ό,τι μπορείς για να βγάλεις χρήματα. Αρκετοί ηθοποιοί κάνουν εμπορικές ταινίες και το κάνουν καλά, εγώ ομολογώ ότι δεν ξέρω να το κάνω καλά», είπε, παραδεχόμενος ίσως και τον λόγο για τον οποίο συχνά προχωρά σε απογοητευτικές επιλογές.
Ο ίδιος, ωστόσο, δεν μετανιώνει για τίποτα. Και γιατί να το κάνει άλλωστε; «Δεν μετανιώνω για κάτι, αντίθετα νιώθω πολύ τυχερός στη ζωή μου, σκεπτόμενος από πού ξεκίνησα και πού έφτασα. Οπως όλοι μας, ίσως ακόμη περισσότερο από άλλους, είχα τα δικά μου θέματα όταν ήμουν νέος, θέματα που έπρεπε να ξεπεράσω. Και είναι ευτύχημα που βρήκα κάτι στη ζωή που αγαπώ να κάνω και κάτι που αγαπώ ακόμη».
Μπογκντάνοβιτς, Φατίχ Ακίν και «Τρεις καρδιές»
Πέρα από τον Αλ Πατσίνο που κυριάρχησε ως παρουσία στο φεστιβάλ, η 71η Μόστρα είχε και άλλον έναν σπουδαίο καλλιτέχνη του αµερικανικού κινηµατoγράφου, τον Πίτερ Μπογκντάνοβιτς, σκηνοθέτη, σεναριογράφο και συγγραφέα που παρουσίασε στο Λίντο την ταινία του «She's funny that way» µε τους πρωταγωνιστές του Οουεν Γουίλσον και Κάθριν Χαν στο πλευρό του. Πολύτιµη η παρουσία του και µάλιστα σε µια διοργάνωση που δεν έχει πολλούς σταρ στο κόκκινο χαλί της. Ευτυχώς, βέβαια, έχει ταινίες, όπως το «The cut» του Φατίχ Ακίν που προβλήθηκε χθες στο διαγωνιστικό τµήµα µε θέµα τη σφαγή των Αρµενίων του 1915.
Η ταινία άφησε ανάµεικτες εντυπώσεις ενώ πρόκειται για την τελευταία στην τριλογία του σκηνοθέτη που καταπιάνεται µε την Αγάπη, τον Θάνατο και τον Διάβολο. Τέλος, σε διαφορετικό µήκος κύµατος, το «3 coeurs» («Τρεις καρδιές») του Μπενουά Ζακό έδειξε πως η Σαρλότ Γκενσµπούρ και η Κιάρα Μαστρογιάνι µπορούν να διεκδικούν τον ίδιο άντρα υπό το βλέµµα της αληθινής µητέρας της δεύτερης, Κατρίν Ντενέβ.