Παρά την οικονομική κρίση, παρά το κλείσιμο και άλλων αιθουσών (ιδιαίτερα καλοκαιρινών) και παρά τη μείωση στις εισπράξεις των εισιτηρίων, ο Ελληνας θεατής είχε, στη διάρκεια του 2013, την ευκαιρία να επιλέξει ανάμεσα σε περισσότερες από 350 ταινίες.
Τη μερίδα του λέοντος είχε, όπως αναμενόταν, ο αμερικανικός κινηματογράφος, αν και, συνολικά, ένας σημαντικός αριθμός ταινιών προερχόταν από άλλες χώρες, από Ευρώπη, Ασία, ακόμη, φέτος, και από Αφρική. Το αμερικανικό βέβαια προϊόν, ιδιαίτερα τα μπλοκ-μπάστερ και οι ταινίες σε 3-D, κάλυψαν, σχεδόν αποκλειστικά, τις αίθουσες των multiplex, ενώ οι περισσότερες ταινίες από τον υπόλοιπο κόσμο περιορίστηκαν σε απλές, μονές αίθουσες.
Δείγμα της φετινής στροφής, και όχι μόνο στη χώρα μας, ήταν η μετριότητα των περισσότερων μπλοκ-μπάστερ, αδιάφορων συχνά «σίκουελ», που αναπαρήγαγαν τις συνηθισμένες φόρμουλες παλαιότερων ταινιών, χωρίς να αποδίδουν τα αναμενόμενα κέρδη, γεγονός που έχει ήδη βάλει το Χόλιγουντ σε σκέψη. Αυτό δεν εμπόδισε ορισμένες μεγάλες παραγωγές («Gravity» του Αλφόνσο Κουαρόν, «Λίνκολν» του Στίβεν Σπίλμπεργκ, «12 χρόνια σκλάβος» του Στιβ ΜακΚουίν) να ξεχωρίσουν, χάρη στη δεξιοτεχνία και την ευρηματικότητα των σκηνοθετών τους. Αν και η πιο ευχάριστη και ευπρόσδεκτη έκπληξη μας ήρθε από τον ανεξάρτητο αμερικανικό κινηματογράφο, με ταινίες όπως «Τα μυθικά πλάσματα του Νότου» του Μπεν Ζάιτλιν, «Πριν τα μεσάνυχτα» του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ, «Θλιμμένη Τζάσμιν» του Γούντι Αλεν, «Μια στάση πριν το τέλος» του Ράιαν Κούγκλερ, «Μείνε δίπλα μου» του Ντέιβιντ Λόουρι, «Ολα χάθηκαν» του Τζέι Σι Τσάντορ.
Η επιλογή των 10 ή 12 καλύτερων ταινιών μιας χρονιάς είναι πάντα πολύ δύσκολη. Παρ' όλ' αυτά, να τελικά οι 12 ταινίες του 2013 που μου άρεσαν περισσότερο και που με την ίδια απόλαυση θα ξανάβλεπα:
**«Η ζωή της Αντέλ» του Αμπιντελαντίφ Κεσίς: η τρυφερή, συχνά οδυνηρή, ερωτική σχέση ανάμεσα σε δύο φοιτήτριες, στη βραβευμένη με το Χρυσό Φοίνικα των Κανών ταινία, με τον Κεσίς να εστιάζει στην ωρίμανση της ηρωίδας του (μια εκπληκτική Αντέλ Εξαρχόπουλος) μέσα από το σεξ.
**«Η τέλεια ομορφιά» του Πάολο Σορεντίνο: η σύγχρονη Ρώμη, σε μια σύγχρονη εκδοχή της «Ντόλτσε Βίτα», με τον Τόνι Σερβίλο, επάξιο αντικαταστάτη του Μαστρογιάνι, να περιφέρεται και να αντιμετωπίζει στωικά μια βουτηγμένη στη διαφθορά Ρώμη.
**«Το παρελθόν» του Ασγκάρ Φαρχάντι: χιούμορ και λεπτή ειρωνεία στην καταγραφή της σχέσης ενός υπό... διάλυση ζευγαριού από τον Ιρανό σκηνοθέτη του αριστουργηματικού «Ενας χωρισμός».
**«Ο παράδεισος της πίστης» και «Ο παράδεισος του έρωτα» του Ούλριχ Σάιντελ: η αναζήτηση μιας χαμένης πίστης αλλά και του σεξ σε μια χωρίς όραμα ή διέξοδο αστική κοινωνία, δοσμένα με δηκτικότητα και καυστικό χιούμορ.
**«Μόνο ο Θεός συγχωρεί» του Νίκολας Γουάιντινγκ Ρεφν: η εκδίκηση σε ένα συγκλονιστικό, στιλιζαρισμένο φιλμ νουάρ, όπου κυριαρχούν ο μυστικισμός, το ανεξήγητο/σουρεαλιστικό και τα οιδιπόδεια συμπλέγματα, με τον Ράιαν Γκόσλινγκ να σκιαγραφεί με δύναμη τον πρωταγωνιστή αντι-ήρωα.
**«Gravity» του Αλφόνσο Κουαρόν: μια εξαιρετική Σάντρα Μπούλοκ, στο ρόλο της χαμένης στο Διάστημα αστροναύτισσας, προσπαθεί, κυριολεκτικά με την ψυχή στα δόντια, να επιβιώσει στο κενό ενός κλειστοφοβικού Διαστήματος και να επιστρέψει σώα στη Γη.
**«Μετά τον Μάη» του Ολιβιέ Ασαγιάς: η φοιτητική γενιά στα πρώτα χρόνια μετά τον Μάη του '68, με τα όνειρα, τις ελπίδες, τις εξεγέρσεις και τις απογοητεύσεις της. Δοσμένη με μαστοριά, ατμόσφαιρα της εποχής και σκηνές διανθισμένες με χιούμορ και λεπτή ειρωνεία, σε μια βραβευμένη στις Κάνες (βραβείο σεναρίου) ταινία.
**«Behind the Candelabra» του Στίβεν Σόντερμπεργκ: η εξάχρονη, τρικυμιώδης ομοφυλοφιλική σχέση ανάμεσα στο διάσημο πιανίστα Λιμπεράτσε και τον 22χρονο σοφέρ του, Σκοτ Θόρσον, σε μια συναρπαστική, με ωραίο, λεπτόλογο σενάριο, ταινία, με τον Μάικλ Ντάγκλας στο ρόλο του Λιμπεράτσε να προσφέρει μια οσκαρική ερμηνεία.
**«Τα μυθικά πλάσματα του Νότου» του Μπεν Ζάιτλιν: η αλληγορία συνδυασμένη με το μαγικό ρεαλισμό σε μια όμορφη, συγκινητική ταινία, γύρω από ένα εξάχρονο κοριτσάκι που προσπαθεί να επιβιώσει στα έλη της Λουιζιάνας μετά τον καταστροφικό τυφώνα «Κατρίνα» -με την εξάχρονη Γουόλις να αγγίζει την καρδιά του θεατή με το παίξιμο και την όλη παρουσία της.
**«Πριν τα μεσάνυχτα» του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ: στο τρίτο μέρος της τριλογίας του γύρω από τη σχέση ενός ζευγαριού που συναντάμε κάθε εννιά χρόνια, και που τη φορά αυτή η συνάντηση γίνεται στην Ελλάδα, ο σκηνοθέτης καταφέρνει να κρατήσει την ισορροπία ανάμεσα στο δράμα και την κωμωδία και να φτιάξει μια ταινία με ειλικρίνεια, ζεστασιά και άφθονο χιούμορ.
**«Χιονάτη» του Πάμπλο Μπέργκερ: με την ιστορία της Χιονάτης μεταφερμένη στη Μαδρίτη της δεκαετίας του '20, με μαυρόασπρη φωτογραφία, με μόνο μουσική, χωρίς διάλογο, στο στιλ του βωβού κινηματογράφου, με εικαστικά θαυμάσιες εικόνες, επηρεασμένες από το γερμανικό εξπρεσιονισμό, ο Μπέργκερ έφτιαξε την καλύτερη διασκευή της «Χιονάτης» που έχω δει μέχρι σήμερα.
**«Ψάχνοντας τον Sugar Man» του Μάλικ Μπεντζελούλ: έξοχο, αποκαλυπτικό, βραβευμένο με Οσκαρ, που επιτέλους μας γνωρίζει το μοναχικό αυτό, μυστηριώδη και μοναδικό, άδικα ξεχασμένο, μουσικό, μέσα από μια έρευνα του ίδιου του χώρου τόσο από κοινωνικής όσο και από πολιτικής πλευράς, που εκτός από την προσωπικότητα του Sugar Man φωτίζει το ρόλο της μουσικής βιομηχανίας, μαζί και της κουλτούρας και του lifestyle των σταρ.
Ακόμη στις αγαπημένες ταινίες και οι: Οι 8 καλύτερες ελληνικές ταινίες:
**«Miss Violence» του Αλέξανδρου Αβρανά: βραβευμένη στο Φεστιβάλ Βενετίας (Αργυρό Λιοντάρι καλύτερης σκηνοθεσίας), σχόλιο πάνω στην κοινωνία μας μέσα από μια «αγία» οικογένεια, σαν και πολλές άλλες που έφτιαξε πρόσφατα η τρόικα, οικογένεια φαινομενικά ήρεμη, αγαπημένη, πειθαρχημένη, που πίσω από την ωραία, λουστραρισμένη βιτρίνα της κρύβει μιαν άλλη, άγρια, χωρίς ηθικούς ή άλλους φραγμούς, εικόνα.
**«10η μέρα» του Βασίλη Μαζωμένου: η θλιβερή ζωή των μεταναστών στη χώρα μας μέσα από την οδύσσεια ενός Αφγανού μετανάστη, δοσμένη με μια σχεδόν ντοκιμαντερίστικη καταγραφή, με στημένες πάντα με ξεχωριστή φροντίδα και έμπνευση εικόνες.
**«11 συναντήσεις με τον πατέρα μου» του Νίκου Κορνήλιου: η αναζήτηση ενός άγνωστου πατέρα δοσμένη μέσα από σιωπές και βλέμματα, που εκφράζουν είτε την έκπληξη είτε την απογοήτευση, με κυρίαρχο στοιχείο την εικόνα -με το καθένα από τα δύο πρόσωπα (κόρη, πατέρας)- μόνα, στους χώρους τους, να αντιμετωπίζουν το «πρόβλημά» τους σιωπηλά, αναποφάσιστα.
**«Ο εχθρός μου» του Γιώργου Τσεμπερόπουλου: με ένα καλογραμμένο, με έξυπνες καταστάσεις αλλά και ολοκληρωμένους χαρακτήρες σενάριο, ο Τσεμπερόπουλος έφτιαξε μια σοβαρή, γυρισμένη με ευαισθησία, αλλά και σατιρική διάθεση, με ωραία ατμόσφαιρα και χωρίς υποχωρήσεις ταινία-σχόλιο πάνω στο ρατσισμό και τη γενικότερη στάση μας απέναντι στους οικονομικούς και άλλους μετανάστες.
**«Το αγόρι που τρώει το φαγητό του πουλιού» του Εκτορα Λυγίζου: σε μια μαύρη, συχνά καταθλιπτική ατμόσφαιρα, σαν αυτή που ζούμε καθημερινά στην Ελλάδα, παρακολουθούμε την καθημερινή οδύσσεια ενός 20χρονου άνεργου, αλλά αξιοπρεπή μέσα από τη φτώχεια του νεαρού, που η πείνα τον οδηγεί συχνά στο να τρώει όχι μόνο το φαγητό του καναρινιού του, αλλά κάποια στιγμή να φτάνει στο σημείο να τρώει και το σπέρμα του.
**«Μικρά Αγγλία» του Παντελή Βούλγαρη: γάμοι από συμφέροντα και τα δράματα που ακολουθούν στην Ανδρο στις δεκαετίες ανάμεσα στα 1930 και 1950, με το σκηνοθέτη του «Προξενιού της Αννας» να φτιάχνει με ξεχωριστή φροντίδα και αγάπη την όλη ατμόσφαιρα μιας μεταβατικής εποχής.
**«Ο μανάβης» του Δημήτρη Κουτσιαμπασάκου: όμορφο, δοσμένο με ξεχωριστή ζεστασιά, ντοκιμαντέρ γύρω από τις εβδομαδιαίες επισκέψεις, καθόλη τη διάρκεια του χρόνου, ενός πλανόδιου μανάβη, μαζί με τη γυναίκα του, από τη δεκαετία του '80 και αργότερα, μαζί και με τα δυο παιδιά τους, στα εγκαταλειμμένα χωριά της δυτικής Πίνδου για να πουλήσουν τα προϊόντα τους.
**«Από τις δυο πλευρές του Αιγαίου» της Μαρίας Ηλιού: ντοκιμαντέρ που με ένα άγνωστο, σπάνιο υλικό και διάφορες συνεντεύξεις φωτίζει την ιστορία του πληθυσμού και από τις δύο πλευρές του Αιγαίου, που, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την τραγωδία της ελληνικής εκστρατείας, αναγκάστηκαν, με την ανταλλαγή των πληθυσμών, να μεταναστεύσουν είτε στην Ελλάδα είτε στην Τουρκία.