Οι «ερυθρόλευκοι» μέχρι τον Δεκέμβριο θα σπάσουν το «φράγμα» του αστρονομικού ποσού των 200 εκατ. ευρώ συνολικά σε έσοδα από την UEFA.
Προοδεύει, εξελίσσεται, άλλαξε επίπεδο ο Ολυμπιακός στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια, όχι μόνο αγωνιστικά, ως προς τον τρόπο παιχνιδιού του, αλλά και στους υπόλοιπους τομείς -και αυτό αποτυπώνεται στους αριθμούς. Πριν από επτά χρόνια (το 2007), οι «ερυθρόλευκοι» βρίσκονταν στην 52η θέση στην ειδική βαθμολογία των ομάδων της UEFA, ενώ πλέον φιγουράρουν στην 27η και χτυπούν πια την πόρτα για την είσοδό τους στο Top-25.
Τα άλματα των Πειραιωτών τις τελευταίες σεζόν οφείλονται στη συγκομιδή βαθμών από τη συμμετοχή τους τρεις φορές (2007-08, 2009-10, 2013-14) στη φάση των 16 του Τσάμπιονς Λιγκ, αλλά και στην παρουσία τους στους 16 (2011-12) και 32 (2008-09, 2012-13) του Κυπέλλου UEFA/Γιουρόπα Λιγκ.
Και ήταν αποτέλεσμα της αγωνιστικής προόδου της ομάδας και της αλλαγής νοοτροπίας. Οι Ισπανοί προπονητές, Ερνέστο Βαλβέρδε και Μίτσελ, οδήγησαν τον Ολυμπιακό από την ελληνική νοοτροπία που υπήρχε επί δεκαετίες, δηλαδή οι ομάδες κλεισμένες στο καβούκι τους, ποντάροντας στη σφιχτή άμυνα και στο πώς θα πάρουν το αποτέλεσμα στις αντεπιθέσεις, στην ευρωπαϊκή.
Με έμφαση στη δημιουργία του παιχνιδιού, στην ταχύτητα, στη δύναμη, στο πρέσινγκ πάνω από τη μεσαία γραμμή και στη μονομαχία σαν «ίσος προς ίσο», ανεξαρτήτως του ονόματος του αντιπάλου, αλλά και της έδρας που αγωνίζεται.
Το έπραξε πέρυσι ο Ολυμπιακός κόντρα στις Παρί Σεν Ζερμέν, Μπενφίκα και Αντερλεχτ, το ίδιο υποσχέθηκε ο Μίτσελ πως θα κάνει ο πρωταθλητής Ελλάδας και την τρέχουσα σεζόν στην Ευρώπη.
Και ας έχει να αντιμετωπίσει στον 1ο όμιλο του Τσάμπιονς Λιγκ τη φιναλίστ του περσινού τελικού και κάτοχο φέτος του ισπανικού Σούπερ Καπ, Ατλέτικο Μαδρίτης, και την πρωταθλήτρια στην Ιταλία την τελευταία τριετία Γιουβέντους, που κουβαλάει βαρύ όνομα σαν ιστορία.
Οι «ερυθρόλευκοι» έχουν την εμπειρία, τις παραστάσεις, τη φιλοδοξία και τη δίψα για να κάνουν ένα βήμα παραπάνω, να πετύχουν μια σημαντική διάκριση στην Ευρώπη. Την περασμένη περίοδο, μετά την κλήρωση των ομίλων του Τσάμπιονς Λιγκ στο Μόντε Κάρλο, οι περισσότεροι είχαν ξεγραμμένους τους Πειραιώτες, ωστόσο έκαναν την υπέρβαση αφήνοντας την Μπενφίκα έξω από τη φάση των 16 της διοργάνωσης και έφτασαν μία ανάσα από τη μεγαλύτερη πρόκριση στην ιστορία τους, στα νοκ άουτ ματς με αντίπαλο τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
Στα χαρτιά, ο Ολυμπιακός φαντάζει ως το φαβορί για την τρίτη θέση στον όμιλο πίσω από Ατλέτικο και Γιουβέντους, συνεχίζοντας -μετά τον Δεκέμβριο- στο Γιουρόπα Λιγκ, αλλά έχει αποδείξει τα τελευταία χρόνια ότι προσπαθεί, παλεύει και είναι ικανός να κάνει την έκπληξη. Αρκεί, βέβαια, να παρουσιαστεί αγωνιστικά στο ίδιο (και ίσως καλύτερο) επίπεδο σε σχέση με την προηγούμενη σεζόν, αλλά και να έχουν γίνει μάθημα τα λάθη από τον αγώνα-ρεβάνς με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στο Ολντ Τράφορντ. Διαθέτει την εμπειρία (άλλωστε είναι η 16η συμμετοχή του σε ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ -περισσότερες έχουν μόνο οι Μπαρτσελόνα, Ρεάλ, Μάντσεστερ Γ., Πόρτο, Μπάγερν, Αρσεναλ και Μίλαν) και απομένει να το δείξει και στο γρασίδι.
Αλματώδη άνοδο, όμως, ο πρωταθλητής Ελλάδας δεν είχε μόνο στη βαθμολογία, αλλά και στα έσοδα από την UEFA, αφού αυτά τα δύο είναι άμεσα συνδεδεμένα. Οι νίκες και οι επιτυχίες φέρνουν χρήματα και ο Ολυμπιακός έχει κατορθώσει από τη μία να αλλάζει σημαντικά το ρόστερ του κάθε χρόνο, αλλά ταυτόχρονα να γεμίσει με δεκάδες εκατομμύρια ευρώ το ταμείο του.
Πουλάει μεν παίκτες κάθε σεζόν, όμως αυτό -τουλάχιστον μέχρι σήμερα- δεν του έχει στοιχίσει, δεν έχει ρίξει την απόδοση και το επίπεδό του αγωνιστικά, καθώς η ομάδα εξελίσσεται. Πλέον η διαδρομή θα δείξει αν θα ισχύσει το ίδιο και τούτη την περίοδο.
Το σίγουρο πάντως είναι ότι οι «ερυθρόλευκοι» μέχρι τον Δεκέμβριο θα σπάσουν το «φράγμα» του αστρονομικού ποσού των 200 εκατ. ευρώ συνολικά σε έσοδα από την UEFA από την παρουσία τους στο Τσάμπινς Λιγκ και το Γιουρόπα Λιγκ τα τελευταία 17 χρόνια. Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας στο τέλος κάθε σεζόν, η ΠΑΕ Ολυμπιακός από το 1997 έως σήμερα έχει εισπράξει (από βαθμούς, μπόνους, προκρίσεις και τα τηλεοπτικά δικαιώματα) 186,7 εκατ. ευρώ.