Mαζί με τα «Μ» της BMW

Το γράμμα Μ στο αυτοκινητιστικό αλφάβητο είναι άμεσα συνδεδεμένο με τις καθαρόαιμα σπορ εκδόσεις των μοντέλων της BMW. Η BMW, κάνοντας επίδειξη δύναμης, μας κάλεσε για να δοκιμάσουμε όλη την «καυτή» Μ γκάμα της, σε μία ημέρα-σπονδή στην οδηγική απόλαυση… Προφανώς το πιο γρήγορο γράμμα της αλφαβήτου είναι το F όταν συνδυάζεται με το 1. Πολύ κοντά, όμως, βρίσκεται και το Μ της BMW,

που κάποτε παρέπεμπε σε Motorsport και σήμερα στο M Power. Μέσα σε 41 χρόνια το Μ Division έχει δημιουργήσει μοντέλα-σταθμούς στην ιστορία της αυτοκίνησης. Συζητώντας με έναν 55αρη Γερμανό μηχανικό που έχει περάσει όλη τη ζωή του σετάροντας BMW Μ, του ζητήσαμε να ξεχωρίσει κάποιες: «Την Ζ3 Μ και την Μ3 CSL. Η πρώτη είναι αρκετά κοντή και παιχνιδιάρα χωρίς ηλεκτρονικούς περιορισμούς, ενώ η δεύτερη ιδανικά ζυγισμένη».

Ο μηχανικός οδηγεί μια Μ6 τελευταίας γενιάς με χειροκίνητο κιβώτιο. Η συγκεκριμένη έκδοση πωλείται μόνο στην Αμερική. Οσο κι αν σας κάνει εντύπωση, οι «αυτοματάκηδες» Αμερικανοί θεωρούν macho τις χειροκίνητες αλλαγές σε τέτοια αυτοκίνητα. Αν υποψιάζεστε ότι έχει μεγάλο μεράκι ώστε να κρατήσει μια χειροκίνητη M6 στην Ευρώπη για να την οδηγεί, θα εκπλαγείτε ακούγοντάς τον να αναλύει πώς ρύθμισε τον συμπλέκτη με τα ηλεκτρονικά στο On ώστε να ενεργοποιείται και να αποτρέπει το μπλοκάρισμα του πίσω άξονα και πόσο εύκολα μπορεί να γυρίσει το πίσω μέρος και να σε δαγκώσει, με τα ηλεκτρονικά Off αν αφήσεις απότομα το ποδωστήριο εμπλέκοντας και τα 560 άλογα. Ολα αυτά μας τα έδειξε και στην πράξη στην πίστα.

Το Wachauring είναι μια μικρή πίστα στα περίχωρα της Βιέννης που ανήκει στην Αυστριακή Ομοσπονδία Αυτοκινήτου. Βασικός της προσανατολισμός είναι τα σεμινάρια ασφαλούς οδήγησης. Γι’ αυτό υπάρχει και ειδικός εξοπλισμός, όπως μεταλλική ράμπα εκτροπής του πίσω μέρους του αυτοκινήτου. Με το σύστημα άρδευσης της πίστας να εξασφαλίζει την ολισθηρότητα του οδοστρώματος και επιπλέον πίδακες νερού να οριοθετούν εμπόδια, είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε πόσο εύκολα ελέγχονται με τα ηλεκτρονικά σβηστά τα θηρία Χ5 Μ και Χ6 Μ σε συνθήκες ακραίας εκτροπής. Φυσικά και μόνο που πατάς το γκάζι ακούγοντας το τέρας των 555 PS (V8, twin turbo, 4,4 lt) φτάνει για να κλείσεις τα μάτια παρακαλώντας να ξυπνήσεις σε μια άλλη Ελλάδα.

Σε άλλο σημείο μάς περιμένει η Μ3 των 420 PS, το πιο παλιό ηλικιακά μοντέλο απ’ όλα τα Μ και το μόνο με ατμοσφαιρικό κινητήρα. Επιπλέον, κατά την προσωπική μας άποψη, είναι το πιο καλά ζυγισμένο, το πιο ενδιαφέρον οδηγικά και το πιο ποθητό. Το αυτοκίνητο δοκιμής διέθετε 7αρι κιβώτιο διπλού συμπλέκτη Μ-DCT και ηλεκτρονικά ελεγχόμενο διαφορικό Μ-Diff. Η δοκιμασία σε βρεγμένο οδόστρωμα αφορά στον έλεγχο της πλαγιολίσθησης με δεύτερη σχέση στο κιβώτιο. Ζητούμενο η συνεχής πλαγιολίσθηση (drift). Για να αποφύγεις το τετ-α-κε ή να κρεμάσει γυρισμένο το αυτοκίνητο απαιτείται να κοιτάς προς τα κει που θες να πας και ταυτόχρονα ζυγισμένα, βαθιά πάτα-άσε του γκαζιού όταν πέφτει η γωνιακή ταχύτητα. Καθόλου εύκολο!

Η Μ135 με τον 6κύλινδρο Twin Power των 320 PS μας φάνηκε νευρική και η Μ5 των 560 PS υπερβολική. Η καρδιά μας χτύπησε πολύ δυνατά στην Μ6. Είχαμε την ευκαιρία να οδηγήσουμε τόσο στην κλειστή όσο και στην ανοικτή έκδοση εντός και εκτός πίστας. Για αναλυτικές εντυπώσεις από το εξωτικό GT της BMW μείνετε συντονισμένοι στην έντυπη έκδοση του «C+S» κρατώντας ως πρόγευση το εξής: «Τι περισσότερο μπορεί να σου προσφέρει σε δημόσιο δρόμο για Ferrari 458;»

Μ 135i: Τυπικά δεν ανήκει στην οικογένεια των BMW M καθώς πρόκειται για την πρώτη βενζινοκίνητη πρόταση της σειράς M Performance που τοποθετείται ανάμεσα στις συμβατικές και τις καθαρόαιμες εκδόσεις Μ. Ωστόσο η Μ 135i είναι συνολικά αναβαθμισμένη σύμφωνα με την φιλοσοφία του M Division. Καρδιά της είναι ο γνωστός 3λιτρος 6κύλινδρος Twin Power που χάρη σε αλλαγές στο σύστημα ψύξης και την χαρτογράφηση έχει ανέβει από τους 306 στους 320 ίππους με την ροπή να ξεπερνά τα 45 χλγμ. Στο ίδιο μήκος κύματος η ανάρτηση, διαθέτει διαφορετική γεωμετρία, πιο σκληρές ρυθμίσεις και χαμηλότερο κατά 10 χλστ. ύψος, «φορά» την κρεμαγιέρα μεταβλητού βήματος Variable Sports Steering ενώ τα φρένα διαθέτουν 4πίστονες δαγκάνες εμπρός. Η μετάδοση – φυσικά στους πίσω τροχούς - γίνεται μέσω ενός νέου χειροκίνητου κιβωτίου 6 σχέσεων ξηρού κάρτερ ή, εναλλακτικά, από το γνωστό εξαιρετικό αυτόματο κιβώτιο 8 σχέσεων της BMW που αποδεικνύεται ιδανικό ακόμα και στην οδήγηση μέσα στην πίστα όπου η Μ 135i συνδυάζει σε ιδανικές αναλογίες τις εκρηκτικές επιδόσεις με την οδηγική πιστότητα επιβεβαιώνοντας απόλυτα τον σπορ προσδιορισμό της.

Μ3: Σήμερα πρόκειται για το «μεγαλύτερο» σε ηλικία μοντέλο της σειράς Μ, εξ ου και το ότι είναι το μοναδικό με ατμοσφαιρικό κινητήρα. Κάθε άλλο παρά ξεπερασμένη βέβαια καθώς παραμένει η πλέον σκληροπυρηνική και καθαρόαιμη Μ, που χάρη και στο πλεονέκτημα του χαμηλότερου βάρους σε σχέση με τις μεγαλύτερες Μ5 και Μ6, έχει και τα περισσότερο οξυμένα σπορ δυναμικά χαρακτηριστικά με κυριότερο το αξεπέραστο ζύγισμα που ακόμα και στο όριο σε κάνει να αισθάνεσαι πως την φοράς συνδυάζοντας την αποτελεσματικότητα με την ομοιογένεια. Από την μεριά του ο ατμοσφαιρικός 4λιτρος V8 των 420 ίππων φλερτάρει με άνεση με τις 8.500 σ.α.λ. δίνοντας μια σχεδόν αγωνιστική αίσθηση που σε προκαλεί να αντιμετωπίσεις την Μ3 πιο επιθετικά. Και σε καμία περίπτωση δεν θα σε απογοητεύσει έχοντας σαν σύμμαχο το άπαιχτο σύστημα διεύθυνσης με ακρίβεια ξυραφιού και βέβαια την high tech μετάδοση με το 7αρι κιβώτιο διπλού συμπλέκτη Μ-DCT και το ηλεκτρονικά ελεγχόμενο διαφορικό Μ-Diff. Η Μ3 είναι λοιπόν εδώ αποτελώντας αιχμή του δόρατος του Μ Division και όχι μόνο λόγω της εμπορικής της επιτυχίας αλλά και ως αυτή που σηματοδότησε την επιστροφή της BMW στο DTM μετά από 20 χρόνια με τον πλέον επιτυχημένο τρόπο δίνοντας ο 2012 στον Καναδό Bruno Spengler τον τίτλο στο Πρωτάθλημα Οδηγών, ενώ στην ομάδα BMW Team Schnitzer και στην BMW τους αντίστοιχους τίτλους στα Πρωταθλήματα Ομάδων και Κατασκευαστών.

Μ5: Η 5 γενιά Μ5 εκπλήσσει σε κάθε επίπεδο απόδοσης και αποτελεσματικότητας κάνοντάς σε να βγάζεις το καπέλο στους γερμανούς τεχνικούς που κατάφεραν να προσδώσουν μια πραγματικά σπορ διάσταση σε ένα σεντάν που πλησιάζει σε μήκος τα 5 μέτρα και σε βάρος τους δύο τόνους. Δεν μπορείς μάλιστα παρά να σταθείς στον 4.3 V8 M Twin Power Turbo κινητήρα που εκφράζει με απόλυτη ακρίβεια την νέα εποχή του M Division σε αυτόν τον τομέα και που βέβαια εντυπωσιάζει τόσο με την τεχνολογία όσο και με την απόδοση των 560 ίππων και των 70 (!) χλγμ. ροπής. Στην πράξη προσαρμόζεται ιδανικά ακόμα και στο περιβάλλον της πίστας καταφέρνοντας έντεχνα να κρύβει βάρος και όγκο αποδεικνύοντας την αποτελεσματικότητα συστημάτων, όπως οι ηλεκτρονικές αναρτήσεις, η κρεμαγιέρα μεταβλητού βήματος και το ενεργό διαφορικό Μ diff.

M6: Πρακτικά η Μ6 μεταφέρει το τεχνολογικό πακέτο της Μ5 σε μια πιο politically correct για σπορ κατασκευή κουπέ σιλουέτα. Ωστόσο η Μ6 δεν μένει μόνο στην αισθητική διαφοροποίηση. Οριακά πιο ελαφριά, με χαμηλότερο όμως κέντρο βάρους και φαρδύτερα μετατρόχια αποδεικνύεται καλύτερα ζυγισμένη, πιο ακριβής και ομοιογενής και εν τέλει περισσότερο εύστοχη. Η ευκαιρία μάλιστα να την οδηγήσουμε μέσα αλλά και έξω από την πίστα ήταν ιδανική για να αποκαλύψει τον πραγματικά διττό χαρακτήρα που προσφέρουν οι επιλογές ρύθμισης σε ανάρτηση, κιβώτιο και κρεμαγιέρα οι οποίες επιτρέπουν στην Μ6 να μεταμορφώνεται από ένα εξαιρετικό GT σε ένα καθαρόαιμο κουπέ με δυνατότητες supercar εάν αυτό του ζητηθεί.